Η βασίλισσα εμφανίστηκε στις ζωές των υπηκόων με μια αγκαλιά γεμάτη
δώρα. Οι άνθρωποι σαστισμένοι από την παρουσία της άναψαν φωτιές στις
πλατείες για να γιορτάσουν τον ερχομό της. Τα παιδιά πηδούσαν πάνω από
τις πύρινες γλώσσες θέλοντας να δείξουν πως μπορούσαν να δαμάσουν το
άυλο και το απόκοσμο αλλά οι γεροντότεροι τα έπιαναν από τα μανίκια και
τα μάλωναν λέγοντάς τα πως κάτι τέτοιο είναι βλαστήμια. Κι έπειτα ήρθανε
και οι μουσικοί με τα όργανά τους. Γκάιντες, ζουρνάδες, χάλκινα
πνευστά, λύρες, κιθάρες, βιολιά, κρουστά όλων των ειδών και μεγεθών, έπιασαν έναν μεθυστικό σκοπό, ταραντέλα, π' έπειτα από τρεις ημέρες και
τρεις νύχτες ασταμάτητου παραληρήματος άρχισε να προκαλεί στα πλήθη το
ντελίριο που γιατρεύει ακόμη και το τσίμπημα του σκορπιού. Πρώτοι τώρα
οι γεροντότεροι πηδούσαν πάνω από τις πύρινες γλώσσες βγάζοντας από μέσα
τους ακατανόητους ήχους και βρίζοντας τη γ@μ%3nη σοβαροφάνεια που
τους είχε χαραμίσει όλη τους τη ζωή. Οι γριές άπλωναν φύλα επάνω στην
πέτρα κι έφτιαχναν πίτες για να τραφεί ο κόσμος που
δε νοιάζονταν να πεθάνει από ασιτία αλλά και την καταπιεσμένη ένταση
των αιώνων η οποία, έτσι, άξαφνα, έσκαγε τώρα μέσα τους και τους χτύπαγε από τη μιαν άκρη του
σύμπαντος μέχρι την άλλη. Και όλα όσα έως εκείνη τη στιγμή ήσαν ύψιστα και
ιερά στα μάτια τους, φαίνονταν γυμνά, καχεκτικά και ανούσια πια. Και αυτό
τους έκανε να πάλλονται με περισσότερη ένταση στο ντελίριό τους. Έπεσαν
και οι τελευταίοι στο έδαφος βγάζοντας φωτιές από το στόμα, δάκρυα από τα μάτια, όλο τον πόνο και την θλίψη από μέσα τους για τα ανούσια που είχαν χαραμίσει έως τότε τις ημέρες και τους καιρούς τους...
Όμως κάποτε εμφανίστηκε επάνω στο λευκό του το άλογο ο πρίγκιπας με το χαμόγελο και το γέλιο του. Και τα όργανα σίγησαν με μιας, τα κεφάλια γύρισαν προς το μέρος του και τα αγριεμένα, τα γεμάτα από τρέλα βλέμματα καρφώθηκαν σ' εκείνον. Ήταν εκείνος που αν και για πρώτη τους φορά τον αντίκριζαν ήξεραν ότι είχε έρθει για να τους λυτρώσει. Κι εκείνος μίλησε. "Είχε φτάσει η Καθαρά Δευτέρα" είπε. Και πως "έμενε πια η τελευταία πράξη" για να καθαρίσουν τις έτοιμες ψυχές τους από τα βάρη και τον πόνο που τις τυραννούσαν.
Και τότε όλοι στάθηκαν στα πόδια τους κι άρχισαν με πάθος να ψάχνουν τους εχθρούς τους. Για να πέσουν στις αγκαλιές τους να κλάψουν και να ζητήσουν τη συγχώρεσή τους. Για να καθαρίσουν οι ψυχές τους.
Όταν όλα έγιναν με τον καλύτερο και συγκλονιστικότερο τρόπο, έφτιαξαν μεγάλους πολύχρωμους χαρταετούς και πήγαν στην πλαγιά του λόφου. Και τους άφησαν να ανέβουν ψηλά, να αγγίξουν τον ουρανό, στέλνοντας μία ευχή κι ένα μήνυμα προς τον δημιουργό τους. Με καρδιές, μέσα στα γδαρμένα σώματά τους, ανάλαφρες και καθαρές σαν ενός νεογέννητου παιδιού.
Όμως κάποτε εμφανίστηκε επάνω στο λευκό του το άλογο ο πρίγκιπας με το χαμόγελο και το γέλιο του. Και τα όργανα σίγησαν με μιας, τα κεφάλια γύρισαν προς το μέρος του και τα αγριεμένα, τα γεμάτα από τρέλα βλέμματα καρφώθηκαν σ' εκείνον. Ήταν εκείνος που αν και για πρώτη τους φορά τον αντίκριζαν ήξεραν ότι είχε έρθει για να τους λυτρώσει. Κι εκείνος μίλησε. "Είχε φτάσει η Καθαρά Δευτέρα" είπε. Και πως "έμενε πια η τελευταία πράξη" για να καθαρίσουν τις έτοιμες ψυχές τους από τα βάρη και τον πόνο που τις τυραννούσαν.
Και τότε όλοι στάθηκαν στα πόδια τους κι άρχισαν με πάθος να ψάχνουν τους εχθρούς τους. Για να πέσουν στις αγκαλιές τους να κλάψουν και να ζητήσουν τη συγχώρεσή τους. Για να καθαρίσουν οι ψυχές τους.
Όταν όλα έγιναν με τον καλύτερο και συγκλονιστικότερο τρόπο, έφτιαξαν μεγάλους πολύχρωμους χαρταετούς και πήγαν στην πλαγιά του λόφου. Και τους άφησαν να ανέβουν ψηλά, να αγγίξουν τον ουρανό, στέλνοντας μία ευχή κι ένα μήνυμα προς τον δημιουργό τους. Με καρδιές, μέσα στα γδαρμένα σώματά τους, ανάλαφρες και καθαρές σαν ενός νεογέννητου παιδιού.
Εάν σας άρεσε η ιστοριούλα μας μοιραστείτε την και με άλλους.